Κάπου ψηλά στην Ελλάδα υπάρχει μια πόλη που την πιάνει εύκολα το χιόνι και κάνει κρύο πολύ. Εδώ ζούσανε και ζούνε άνθρωποι αρκετοί, ήσυχοι χωρίς εκρήξεις δεν είναι ίδιοι μα μοιάζουνε πολύ, αγαπούν τον συγγενή τον γείτονα, μέχρι εκεί. Η ζωή κυλά χωρίς να αντιδρά όλοι πάνε - έρχονται στη δουλεία, στο καφενείο, στο μπαρ, στη γειτονιά και ξάφνου αισθάνεσαι ότι ακούς λαλιά, μα μέχρι εκεί. Η νύχτα ήσυχη και αυτή ώσπου να πέσεις να κοιμηθείς κι εκεί ο καθείς ζει μια άλλη ζωή ανάλογη με ότι έχει αισθανθεί ή σκεφτεί. Και όλα πάνε καλά γιατί η πόλη αυτή είναι μακρινή δεν την αγγίζει «κρίση», πείνa και αν ναι, ίσως μόνο για μια στιγμή. Όπως σε όλα τα παραμύθια τα καλά έτσι και σε αυτό κάνει την εμφάνιση του ο λύκος ο κακός .Ένα Σάββατο πρωί - πρωί, στην πόλη ακούγεται πως έρχονται “κακοί” και γίνεται όχλος, κάνουν πανικό ποτέ στην πόλη αυτή δεν μπήκανε κακοί. Μα οι “κακοί” ήταν άνθρωποι κι αυτοί που ήρθανε από μακριά, στην πόλη αυτή, γιατί ακούσανε πως εδώ υπάρχει κάτι σαν φυλακή. Στην φυλακή λοιπόν αυτή «ζούνε» παιδιά, γυναίκες, άντρες, σαν εμάς μόνο που έχουν μια διαφορά και αυτή τους κοστίζει ακριβά. Οι άνθρωποι λοιπόν από μακριά ήρθαν να βοηθήσουν αυτούς με την διαφορά κι εγώ, που ζω στην πόλη αυτή, ντρέπομαι που φοβήθηκα πολύ κι έτρεξα στο μαγαζί για να μην μου το “φάνε”, όπως μου είπαν, οι κακοί.
Ντρέπομαι που δεν ήμουνα κι εγώ εκεί.
Η πόλη αυτή που την αγαπώ πολύ είναι καλό να αφυπνιστεί να σταματήσει να φοβάται την διαφορά και να αναρωτηθεί γιατί; Γιατί ο άνθρωπος που ήρθε από μακριά νοιάζεται γι’ αυτόν με την διαφορά; Kάτι γίνεται εδώ, κάτι μεγάλο, ανθρωπινό, δυνατό, εγώ που είμαι σε αυτό; Γίνεται εδώ, στην πόλη μου, κι εγώ φοβάμαι και κοιτώ από το παράθυρο, κάτι σαν ρεύμα να περνά.
Ποιος μου είπε να φοβηθώ;
nakoudia
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου